χωρίς άλλη αναβολή
Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2008
17 ~ Τζων Μπέρρυμαν: Δεν έχω εσωτερικά αποθέματα... είμαι έτοιμος να πεθάνω
Με πιάνουν σκέψεις, για την αυτοκτονία, και τον πατέρα μου.
Πίνω τόσο πολύ. Η γυναίκα μου με απειλεί με διαζύγιο.
Δεν θα με "γηροκομήσει". Δεν θα το "αντέξει".
Δεν τα βρίσκουμε.
Είναι μια ώρα μπροστά στην Ανατολή.
Να τηλεφωνούσα στη μητέρα στην Ουάσιγκτον,
μα θα μπορούσε να με βοηθήσει;
Κι όλη αυτή η ντροπή και η κολακεία μέσω ταχυδρομείου;
Μία σαν βράχος βάση αγάπης και φιλίας
μάλλον χρειάζεται για όλη αυτή την παγκόσμια τρέλα.
Ο Επίκτητος είναι από μια άποψη ο αγαπημένος μου φιλόσοφος.
Οι ευτυχισμένοι άντρες έχουν πρόωρα πεθάνει.
Κάνω ακόμη σχέδια να πάω στο Μεξικό το καλοκαίρι.
Τα είδωλα των Τολτέκων! Το Τσιτσέν Ιτζά!
Ο Ντ. Χ. Λόρενς ξέφρενα το οραματίζεται.
Του Μάλκομ Λόουρυ το βιβλίο σαν κυκλοφόρησε
το δίδαξα στο Πρίνστον.
Δεν παραιτούμαι εντελώς. Ίσως αυτό το απόγευμα διδάξω
το τρίτο ευαγγέλιο. Δεν το 'χω αποφασίσει.
Καμιά φορά μου φαίνεται πως άλλοι έχουν
πιο εύκολες δουλειές και τις κάνουν χειρότερα.
Ας είναι, πρέπει να δουλεύουμε και να ονειρευόμαστε.
Ο Γκόγκολ ήταν ανίκανος, μου είπε κάποιος στο Πιτσμπουργκ.
Ρώτησα: σε τι ηλικία; Δεν μπόρεσαν να μου απαντήσουν.
Αυτό είναι ένα διαολεμένα σοβαρό ζήτημα.
Ο Ρέμπραντ ήταν νηφάλιος. Εκεί διαφέρουμε. Νηφάλιος.
Τρόμοι τον έπιασαν. Κι εμάς επίσης.
Την αυτοκτονία σκέφτομαι συνέχεια.
Καθώς φαίνεται εκείνος δεν την σκεφτόταν.
Λουκά θα διδάξω.
μτφ: Γιάννης Λειβαδάς
Ανθολογία αμερικανικής ποίησης του εικοστού αιώνα
εκδ. Ηριδανός, 2007
Τα ονειρικά τραγούδια
14
H ζωή φίλοι μου είναι πλήξη. Δεν κάνει να το λέμε.
Άλλωστε, λάμπει ο ουρανός, η θάλασσα πλατιά αποθυμάει,
κι εμείς οι ίδιοι λάμπουμε κι αποθυμάμε,
κι επιπλέον μου 'λεγε η μάνα μου σαν ήμουνα μικρός
(επανειλημμένως). "Και το να λες ακόμα ότι πλήττεις
θα πει ότι δεν έχεις
Φόντα Ψυχικά." Συμπεραίνω τώρα πως δεν έχω
φόντα ψυχικά, γιατί πλήττω, πλήττω φοβερά.
Οι λαοί μου φέρνουν πλήξη,
η λογοτεχνία πλήξη, και ιδίως η λογοτεχνία η μεγάλη,
ο Ερρίκος πλήξη, με τις σκοτούρες και τις κλάψες του
το ίδιο χάλι με τον αχιλλέα,
που αγαπάει τους ανθρώπους και τη γενναία τέχνη, που μου φέρνει πλήξη.
Κι οι γαλήνιοι λόφοι και η τζινέρβα, είναι σαν τσιμπούρι
κι ούτως ή άλλως ένας σκύλος
την κοπάνησε μαζί με την ουρά του πέρα μακριά
στα όρη, στη θάλασσα ή στον ουρανό, αφήνοντας
πίσω του: εμένα, σείσμα ουράς
μτφ: Αντώνης Ζέρβας
Νέα Εστία - τ.1768, Ιούνιος 2004
Dream Song 56
Η κόλαση είναι άδεια. Α, αυτό πέρασε
που ο μεγάλος Αλεξανδρινός το προείδε,
κι η Κόλαση μένει άδεια.
Ο κεραυνός έπεσε σιωπηλός εκεί όπου ο Διάβολος γονάτισε
και πάνω στο κενό του τάφου εγκαταστάθηκε δέος
σ' έναν πλήρη θάνατο της ενοχής.
Ο κλοιός σφίγγει. Τρόμος καί απελπισία, τσακίζουν.
Αφήνω τα αυτιά μου πίσω. Είμαι έτοιμος να πεθάνω.
Τα διχαλωτά μου πόδια βροντούν.
Πονηρή η λέσχη των διπόδων. Ο πράσινός μου κόσμος σφυρίζει
ένα τέλος - για εμάς όλους, αγάπη μου, όχι για μερικούς.
Καταρρέω. Εγώ - γιατί
Στην κρυστάλλινη σφαίρα του λοιπόν ζυγίζει εκείνους τους δυο,
συνεχώς, ονειρεύεται τον νυσταλέο του γιο,
αχ, εκείνον, και την καινούργια του γυναίκα.
Ποιος βρυχηθμός έλυσε κάποτε το δίλημμα του Παλαιού των Ημερών,
ποιος αναστεναγμός δανείστηκε το έλεός του; - Που μπορεί, αν
είμαστε όλοι όμοιοι, να πλάσει έναν.
μτφ: Ελεάννα Πανάγου
Ποίηση - τ.21, Άνοιξη 2003
Dream Song 263
Δεν άντεχες να γεράσεις, μα γερνάμε.
Οι διαφορές μας συσσωρεύονται. Το δέρμα μας
σφίγγει ή κρεμάει: άλλάζει.
Κουράγιο, τα πράγματα δεν είναι όπως ήταν
και δεν θα είναι ποτέ πια. Οι καυτές καρδιές παγώνουν
η ορμή προς την επιφάνεια πνίγεται,
μυστικοπαθής γίνεται η ψυχή που χάνεται
μορφωμένη καί αβέβαιη, νέα ξανά
μα με άλλο τρόπο:
ο Ηράκλειτος είχε κάτι σοφό να πει γι' αυτό,
που το ξεχνώ. Ξυπνάμε και τα κάνουμε θάλασσα,
σοφότεροι, εν όλω,
μα όχι πιο ακριβείς. Ασ' το για τους νέους,
προχώρα ψηλαφητά, για εκεί που άλλος κανείς δεν είναι,
αυτό είναι το προνόμιό μας. .
Εξάλλου, παραιτήθηκες νωρίς από την εποχή μας
αυτό είναι το προνόμιό μας, από τόν Τσάτερτον,
για την πικρή και παρούσα σκηνή.
μτφ: Ελεάννα Πανάγου
Ποίηση - τ.21, Άνοιξη 2003
...
- Αν η ζωή λοιπόν είναι χαρτοπετσέτα από σάντουιτς,
μ' έναν ταπεινό θάνατο ανταμώνω τον πατέρα μου
που τόλμησε εδώ και τόσα περασμένα χρόνια να μ' αφήσει.
Μια σφαίρα σ' έναν εξώστη τσιμεντένιο
εμπρός στα πνιγηρά νερά μιας θάλασσας του Νότου
ανάσκελος σ' ένα νησί, πλάι στο γόνατό μου.
...
μτφ: Αντώνης Ζέρβας
Νέα Εστία - τ.1768, Ιούνιος 2004
John Allyn Berryman (1914-1972)
Στις 7 Ιανουαρίου, στην Μινεάπολη, πέφτοντας στον
παγωμένο Μισσισιπή από τη γέφυρα της Washington
Avenue. Σε προχωρημένο στάδιο αλκοολισμού, συν-
αισθηματικώς ασταθής και υποφέροντας από κατάθλιψη
που τον ακολουθούσε από παιδί, μετά την αυτοκτονία
του πατέρα του.
5 Comments:
:-)
Δημοσίευση σχολίου
<< Home