χωρίς άλλη αναβολή
Τετάρτη 15 Σεπτεμβρίου 2010
49 ~ Μηνάς Δημάκης: Η απελπισία τελειώνει σύντομα, έτσι ή αλλιώς
Δε θ' αποχαιρετήσω τη ζωή εύκολα
Γονατιστός
Θ' αλλάξουμε το τελευταίο «χαίρε»
Σα φίλοι ύπουλοι και αναξιόπιστοι
Που χωρίζουν ύστερα από μια γεμάτη μέρα
Που χωρίζονται ίσος προς ίσον
Και η μέρα δεν είταν αργία γιορτή διασκέδαση
Καθημερινή κοπιώδης
Αυχμηρή ζωηρή είταν
Πάθη βουνά και παθήματα και δοκιμασίες
Χαρές αυγούλες χρυσές
Ή καμίνια με φλόγες
Αγάπες λευκά περιστέρια
Ή ύαινες της ζούγκλας
Και πόνος;
Και αγωνία;
Και πάντα στην πόρτα ο χτύπος του πεπρωμένου;
Καμμιά σημασία
Παλεύοντας
Νικητής-Νικημένος
Ζωή
Μια στα πάνω μια κάτω
Σε γνωρίζω σε μισώ και σε θέλω
Σκληρή άτεγκτη αχάριστη
Ακριβά πληρωμένη
Ζητώντας πληρωμή πιο ακριβή κάθε τόσο
Θα σ' αποχαιρετήσω φιλικά
Και θα πάψεις να με παραμονεύεις
Θα γλυτώσεις και συ απ' το δύσκολο θύμα
Που είχε υψώσει το κάστρο του
Και κάθε στιγμή σε περίμενε
Με το τουφέκι στο χέρι
... ... ...
-συλλoγή: Σκοτεινό πέρασμα-
Θα τυλίξω τον ύπνο με σίδερο
Θα τυλίξω τον ύπνο με σίδερο:
Όχι αυτές οι διάφανες κουρτίνες
Αφήνουν να βλέπεις τα περασμένα...
Θα δέσω τα φαντάσματα με βαρειές αλυσίδες:
Σκάβουν τα χώματα του καιρού και της λήθης
Ζωντανεύουν θηρία σκοτωμένα
Που σου δείχνουν νύχια και δόντια
Δε σώθηκες λοιπόν τρομάζεις...
Αλλά και ήθελες να σωθείς;
-συλλoγή: Η περιπέτεια-
Η Απελπισία
Η απελπισία
Δεν είναι συναίσθημα διαρκείας
Ή
Εμμονής
Κανείς δεν εμμένει σε τέτοια φτώχεια
Που δεν είναι μόνο φτώχεια ή ερήμωση
Είναι αφανισμός
Μπορεί να γδυθείς βέβαια στο παγωμένο δάσος
Και συχνά βρέθηκες γυμνός
Και τα ρούχα χάθηκαν
Κι άλλα δεν είχες
Αλλ' εάν δε ζητήσεις
Κάποια κουρέλια να σε προφυλάξουν
Το δάσος δεν υπάρχει πια για σένα
Μήτ' εσύ για το δάσος
Όμως εδώ βρίσκεσαι
Προσμένοντας τα δέντρα να ξανανθίσουν
Δε σε διακρίνω καλά
Μες στο χιόνι που πέφτει
Αλλά θα βρήκες και πάλι
Κουρέλια για να φορέσεις
Και θα ονειρεύεσαι πάλι
Μια καινούργια στολή
Η απελπισία δεν είναι συναίσθημα διαρκείας
Αφού υπάρχω
Και υπάρχεις
Η απελπισία τελειώνει σύντομα
Έτσι
Ή
Αλλιώς
-συλλoγή: Σκοτεινό πέρασμα-
Ζωή
Τα χρόνια που διάβηκαν ήσκιοι
Στιγμές της απεραντωσύνης του Τίποτα
Προσπαθείς να θυμηθείς
Θυμάσαι με κόπο
Όλα χαμένα...
Γεγονότα συνομιλίες
Ψίθυροι της χαράς και της πίκρας
Φωνές μακρυνές
Αγάπες λευκά περιστέρια
Ή μαύρα της ερήμου κοράκια
Μια θέση υψωμένη στους πόθους σου
Και μόνον η αίσθηση να θυμάται μπορεί
Καθώς σιγοψιχαλίζει με αναμνήσεις
Στην πόλη την αρχαία με τα φαντάσματα
Στους δρόμους να συνωστίζονται
Ζωγραφιές αχνές που μορφάζουν
Υψώνοντας για λίγες στιγμές κάστρα και πύργους
Ανάμεσα σ' ένα λαό μαρμαρωμένο
Μιας εποχής που σβήνει
Σαν απαλή μουσική ξεχασμένη
Σαν όνειρο
Που βυθίζεται στη θάλασσα της λησμονιάς
-συλλoγή: Μακρύ ταξίδι μέσα στη νύχτα-
Οι προθεσμίες
Οι προθεσμίες έχουν συντελεσθεί
(Αλλά για ποιο σκοπό δόθηκαν;
Από ποιο χέρι χαράχθηκαν,)
Αύριο και πάλι θα ξημερώσει
Στους δρόμους που βρέθηκες χρόνια οδοιπόρος
Προσμένοντας το θαύμα
Μέσα σε αγωνίες και σε προβλήματα
Μιας ζωής που πιο πολύ είταν
Πόλεμος όχι ειρήνη
Ανησυχία όχι γαλήνη
Ψάχνοντας ψηλαφώντας μαντεύοντας
Γνώρισες τον εαυτό σου και τους άλλους
Δε βρήκες και δεν υπήρχε Παράδεισος
Να τον ζήσεις με αναμάρτητους
Όλοι σε κάποια Κόλαση δαντική βυθισμένοι
Να μοιράζονται το μερίδιο της αγρύπνιας τους
(Είταν κέρδος; Είταν ζημιά;)
Και οι άγγελοι από τα σύννεφα της φαντασίας σου
Να ελέγχουν να παρακολουθούν
Δείχνοντας (προς τι;) το ανέφικτο
Που ποτέ δεν μπορούσες να φτάσεις
Μπερδεμένος στις παγίδες της βίωσης
Ως που να! τελειώνουν οι προθεσμίες
Τελειώνει η φλογερή δίψα της ύπαρξης
Η φλογερή δίψα του πεπρωμένου
Όλα συντελεσμένα
Και τούτο και τ' άλλο
Που καθημερινά βασανίζουν
Οι προθεσμίες έχουν συντελεσθεί...
Αλλά όχι μόνο για σένα
Κοίταξε τώρα
Λαός σ' ακολουθεί βαδίζοντας κουρασμένος
Καθένας με τη σειρά του
Εξαίρεση δεν υπάρχει
Τα πάντα μαζί σου σιγοβυθίζονται
Στη βαθειά νύχτα
Όπου ανονείρευτος ύπνος
Ησυχασμός.
-συλλoγή: Μακρύ ταξίδι μέσα στη νύχτα-
Στροφές
Κι αν έρθει πάλιν η άνοιξη στα μέρη αυτά τα σκοτεινά,
που έρμη πλανιέται η σκέψη μου δίχως χαρά κι ελπίδα,
κι αν έρθει πάλιν η άνοιξη, τάχα θ' άνθέξεις συ, καρδιά,
που 'σαι συντρίμμι απ' το βοριά κι από την καταιγίδα;
Μοιάζει η ζωή μου τα κλειστά και σιωπηλά βιβλία,
που γράφουνε μια φοβερή, φανταστική ιστορία,
κι εικόνες τις σελίδες τους φρικιαστικές στολίζουν
και μοναχά παράδοξοι αναγνώστες ξεφυλλίζουν.
Κρίνα τα δάχτυλα που αγγίζαν και που σφίγγαν,
το αυγινό ρόδο που άνοιγε: το στόμα'
στην ηδονή μπροστά η επιθυμία μου Σφίγγα,
εγώ είπα το «όχι» που με καίει ακόμα.
Όρθρος βαθύς και καρτερώ του ήλιου το φως,
να 'ρθεί σαν θαλπωρή στην άγρυπνη μου σκέψη,
που η νυχτερίδα, ο πόθος μου ο κρυφός,
έχει έτοιμο το ράμφος, αίμα να γυρέψει.
Τ' άγρυπνα μάτια, ο πυρετός, της νύχτας η σιγή
στο έρμο δωμάτιο, κι απ' το δρόμο να περνάνε
χαρούμενοι διαβάτες και να τραγουδάνε,
δίχως να ξέρουν πως ματώνουν μια πληγή.
Στα χαμηλά που σέρνεσαι κι όλ' ονειρεύεσαι ουρανούς,
μαχαίρι η πίκρα στην καρδιά σου.
Που πας; Μένουν κι άλλοι γκρεμοί που δεν τους βάζει ο νους.
Α, δεν κουράστηκες; Πια στάσου.
-συλλoγή: Φύλλα τέχνης-
Noli me Tangere
Κάποτε θα με συναντήσεις
δεν θα κάμω τίποτα
δε θα κινηθώ ούτε μια πήχυ απ' αυτό το χώμα
οι πολιτείες θα περάσουν και θα σβήσουν
οι κάμποι θα περάσουν και τα βουνά
και θα περάσουν οι θάλασσες με τ' ακρογιάλια
και θα περάσουν νύχτες και μέρες
ήλιος στο σκοτάδι σκοτάδι στον ήλιο
και θα με βρεις στην καρδιά σου
όταν θα ψάχνεις στην έρημο των καιρών
όταν θα μετράς στην άμμο της αιωνιότητας.
Έχω νεκρούς φαντάσματα μες στην καρδιά μου
καράβια βουλιαγμένα στα βάθη των ωκεανών
ιστία λευκά και φτερά διπλωμένα
χέρια δεμένα που καρτερούν του χρόνου το πλήρωμα-
εχω νεκρούς φαντάσματα στην καρδιά μου
που περιμένουν τη σάλπιγγα του τρόμου να ξυπνήσουν
και θ ανεβούν τα καράβι και θ' απλωθούν τα φτερά
και θα λυθούν τα χέρια στον αέρα
και θ' ακουστεί ο λόγος της σιωπής
κ' η έρημος θ' ανθίσει άγρια κρίνα.
Έχω νεκρούς αγαπημένους στην καρδιά μου
τα δειλινά τ' αχνά πονεί και ψάχνει
μι' αράχνη στην καρδιά μου υγρή σαν πάχνη
μνήμη φωτιά στη δειλινή γαλήνη
αιμάζει σαν πληγή που πια δεν κλείνει
ζει η ανάμνηση χιόνι κι αγιάζι ρίχνει
ήσκιους συνάζει γύρω κ' ήσκιων ίχνη
ζει τ' όνειρο και καρτερεί κ' εκείνο
ν' ανθίσει μες στην έρημο άγριο κρίνο
-έχω νεκρούς που περιμένουν στην καρδιά μου.
Με τους ανέμους μιλώ
με τους ανέμους φεύγω
μη μ' αγγίζεις είναι άνεμος τα φτερά μου
έζησα πριν από τη στιγμή τούτη της ζωής
κι όταν έλειπα ήμουν πάντα παρών
κι ας μην ήξερες να με διακρίνεις.
Έζησα μέσα στ' αδέρφια μου τα νερά
και τα δέντρα και τις πέτρες και τη φωτιά
και στον αδερφό μου τον άνεμο
κ' έχω ταξιδέψει λευκό σύννεφο στον αιθέρα.
Πόσο θα βραδύνεις να μ' αναγνωρίσεις
να δεις τις πληγές μου δικές σου πληγές
και τη χαρά μου καμωμένη μόνο για σένα
πόσο θα καθυστερήσεις στις μικρές σου φροντίδες
για να πάρεις το δρόμο που θα με ζητήσεις.
Αλλά στη μάταιη πορεία σου τη σκοτεινή
μι' άγρυπνη κραυγή σα σήμα κινδύνου θα σε προσκαλεί
μια φωνή που δεν ήξερες να την ακούσεις
- οι αδερφοί μου θα μαρτυρήσουν για μένα
οι νεκροί μου θα ξυπνήσουν για μένα
και θ' ακούσεις τη φωνή στην καρδιά σου
και θα με γνωρίσεις.
Κάποτε θα μ' ανακαλύψεις
όχι με τις πέντε αισθήσεις σου που μου είναι ξένες
τις φτωχές τις ανίδεες που σε ξεγελάνε
και κοιτάζεις με τα μάτια και δε βλέπεις
κι ούτε τον ήσκιο μου μπορούν να ψαύσουν τα χέρια σου
και στην ακοή σου δε φτάνει η φωνή μου
αλλά με την καρδιά σου θα με διακρίνεις
και θα μ' αγγίσεις με τα φτερά της ψυχής σου.
Κι ας πεθάνω θα μ' ανακαλύψεις
γιατί θα ζει η παρουσία μου
σε μια σταγόνα δρόσου που λάμπει στον όρθρο
στο χώμα που θα βαραίνει το πέλμα σου
στον άνεμο που αγκαλιάζεις
—όταν θα ξαναγυρίζω στους αιώνιους αδερφούς μου
όνειρο όνειρο ονείρου σκιά.
-συλλoγή: Η χαμένη γη-
Μηνάς Δημάκης (1913-1980)
Στις 13 Ιουλίου, ώρα 8 το πρωί, στην Αθήνα, πέφτοντας από τον 7ο όροφο
πολυκατοικίας, της οδού Αναγνωστοπούλου, όπου διέμενε.
- Τα τρία πρώτα ποιήματα είναι από το βιβλίο Μηνάς Δημάκης,
Πορεία μέσα στη νύχτα - εκδ. Ερμής, 1996
- Το τέταρτο και το πέμπτο ποίημα είναι από το βιβλίο Μηνάς Δημάκης, Τελευταία ποιήματα - Οι εκδόσεις των φίλων, 1977
- Το έκτο και το έβδομο είναι από το βιβλίο Μηνάς Δημάκης,
Ανθολόγιο στην ποίησή του - εκδ. Δοκιμάκης, 2008
Links:
- "Επιστολή ρομαντική" και "Άσε με ήσυχο", στο γράμμα σε χαρτί
- Βιογραφικό, Βιβλιογραφία και Εργογραφία, στο ΕΚΕΒΙ
- Δύο μεταφράσεις του, εδώ, στη Λέσχη αυτοκτόνων λογοτεχνών