χωρίς άλλη αναβολή

Τρίτη 30 Δεκεμβρίου 2008

19 ~ Πρίμο Λέβι: Εάν όχι τώρα, πότε;

Οι νύχτες μας

Τότε με κυρεύει μια απελπισμένη θλίψη, σαν τη θλίψη της παιδικής ηλικίας που θυμόμαστε πολύ αμυδρά: η βαθιά θλίψη, που δεν την απαλύνει η αίσθηση της πραγματικότητας και τα εξωτερικά γεγονότα, όπως αυτά που κάνουν τα παιδιά να κλαίνε.

μτφ: Χαρά Σαρλικιώτη
Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος
εκδ. Άγρα, 1997


Ξύπνημα

Είναι ένα όνειρο μέσα σ’ ένα άλλο όνειρο, διαφορετικό στις λεπτομέρειές του αλλά πάντα ίδιο στην ουσία του. Βρίσκομαι στο τραπέζι με την οικογένειά μου ή με φίλους, στη δουλειά ή στην εξοχή, σ’ ένα χαλαρό και γαλήνιο περιβάλλον, απαλλαγμένο από εντάσεις και πόνους. Παρ’ όλα αυτά, νιώθω ένα αδιόρατο και βαθύ άγχος, την αίσθηση μιας επικείμενης απειλής. Πράγματι, όσο το όνειρο συνεχίζεται, σιγά σιγά ή βίαια, κάθε φορά και με διαφορετικό τρόπο, τα πάντα πέφτουν και γκρεμίζονται γύρω μου, το σκηνικό, οι τοίχοι, τα πρόσωπα και το άγχος μεγαλώνει. Βυθίζονται όλα στο χάος. Είμαι μόνος στο κέντρο μιας γκρίζας και θολής αβύσσου. Και ξαφνικά ξέρω τι σημαίνει αυτό, ξέρω επίσης ότι πάντα το γνώριζα. Βρίσκομαι ξανά στο Λάγκερ και τίποτε δεν ήταν αλήθεια έξω από το Λάγκερ. Τα υπόλοιπα ήταν σύντομες διακοπές ή μια πλάνη των αισθήσεων, ένα όνειρο: η οικογένεια, η φύση με τα λουλούδια, το σπίτι. Τώρα αυτό το εσωτερικό αυτό όνειρο, το όνειρο της ειρήνης τέλειωσε και στο εξωτερικό όνειρο που ακολουθεί παγερό, ακούω πάλι μια γνωστή φωνή, μια λέξη μόνο, όχι επιτακτική αλλά σύντομη και βαριά. Το πρόσταγμα που συνόδευε την αυγή στο Άουσβιτς, μια λέξη ξένη που τη φοβόμασταν και την περιμέναμε: έγερση, Wstawac.

μτφ: Ζακ Σαμουήλ
Η ανακωχή - εκδ. Μέδουσα, 1997


Εγερτήριο

Τις άγριες νύχτες ονειρευόμαστε
πυκνά βίαια όνειρα,
ονειρεμένα με την ψυχή και το σώμα:
να επιστρέψουμε, να φάμε, να διηγηθούμε.
Ώσπου, σύντομα και άτονα,
ηχούσε το χάραμα η προσταγή
"Wstawac"
Και η καρδιά ράγιζε στο στήθος.

Τώρα που ξαναβρεθήκαμε στο σπίτι
χορτάσαμε την πείνα μας
πάψαμε να μιλάμε.
Έφθασε η ώρα. Σύντομα θα ξανακούσουμε
την ξένη προσταγή:
"Wstawac"

μτφ: Ιωάννα Μοάτσου-Στρατηγοπούλου

Δεν μπορούσε να υπαναχωρήσει. Η λογική του τού έλεγε ότι η ύλη ήταν κούφια και με μικρή πυκνότητα, όπως ο ουρανός με τα αστέρια' μικροσκοπικοί κόκκοι που κρέμονται στο κενό, και στηρίζονται στο μίσος και την αγάπη. Γι αυτό τον είχαν χτίσει ζωντανό: μέχρι να τον κάνει να αλλάξει γνώμη η αμείλικτη και αδιαπέραστη σκληράδα της πέτρας' ο Μέμνονε όμως ήξερε ότι η πέτρα έλεγε ψέματα, και ήξερε ότι αυτή ήταν η ουσία της τέχνης, να διαψεύδεις το ψεύδος.
[...]
Αγκάλιασε τη γυναίκα, χαρούμενος με εκείνο το επανακερδισμένο σφρίγος: ήταν μια αναπάντεχη αίσθηση, μια δευτερεύουσα αλλά ευτυχής συνέπεια της αδυναμίας του' ή ίσως ό,τι είχε απομείνει από τη σκληράδα της πέτρας, σκληρά άτομα της πέτρας που αναμείχθηκαν με τα άτομα της σάρκας του και του ανυπότακτου πνεύματός του.

Παρασυρμένος από τον πόθο, ξέχασε τη νέα του κατάσταση. Αγκάλιασε σφικτά τη γυναίκα, και ένιωσε τα όριά του να χάνονται στα δικά της, τα δύο κορμιά να ενώνονται και να λιώνουν. Για ένα λεπτό ή για πάντα; Στο λυκόφως της συνείδησής του προσπάθησε να αποκολληθεί και να απομακρυνθεί αλλά τα χέρια της Εκάτης, πολύ πιο δυνατά από τα δικά του, τον έκλεισαν μέσα τους. Ένιωσε πάλι τον ίλιγγο που είχε ζήσει όταν περνούσε μέσα από την πέτρα: τώρα δεν ήταν ενοχλητικός, αλλά ευχάριστος και θανατηφόρος. Παρέσυρε τη γυναίκα μαζί του στην ατέλειωτη νύχτα του ακατόρθωτου.

μτφ: Ανταίος Χρυσοστομίδης
Τα τελευταία Χριστούγεννα του πολέμου
εκδ. Καστανιώτη, 2005


Σεμά

Εσείς που ζείτε ασφαλείς
Στα ζεστά σας σπίτια
Που γυρίζετε το βράδυ και βρίσκετε
Ζεστό φαγητό και φιλικά πρόσωπα

Σκεφτείτε αν αυτός είναι ένας άνδρας
Που δουλεύει στη λάσπη
Που δεν βρίσκει γαλήνη
Που παλεύει για ένα ξεροκόμματο
Που πεθαίνει σε ένα ναι ή ένα όχι.
Σκεφτείτε αν αυτή είναι μια γυναίκα
χωρίς μαλλιά ή όνομα
Χωρίς πια αντοχή να θυμάται
Με άδεια μάτια και κρύα μήτρα
Σαν βάτραχος το χειμώνα.

Θεωρείστε ότι:

Σας παραδίδω αυτά τα λόγια
Να τα χαράξτε τα στις καρδιές σας
Όταν είστε στο σπίτι σας
Όταν περπατάτε στο δρόμο σας
Όταν πέφτετε για ύπνο, όταν ξυπνάτε
Επαναλάβετέ τις στα παιδιά σας
Ή, είθε το σπίτι σας να ρημάξει
Η αρρώστεια να σας κάνει ανήμπορους
Τα παιδιά σας να σας απαρνηθούν

μτφ: Ιωάννα Μοάτσου-Στρατηγοπούλου

...συλλογιζόμουν την ανυποψίαστη δύναμη των αδύναμων, των απροσάρμοστων. Στον ασταθή κόσμο μας, μια αποτυχία, ακόμη και αν πρόκειται για μια αποτυχία γελοία σαν αυτήν του δεκαπεντάχρονου Πιέρο που έμεινε μετεξεταστέος για τον Οκτώβρη και τον παράτησε το κορίτσι του, μπορεί να προκαλέσει άλλες αποτυχίες, ολόκληρη αλυσίδα αποτυχιών. Η μία καταπίεση μπορεί να προκαλέσει άλλες καταπιέσεις. Σκεφτόμουν πόσο δυσάρεστο είναι να βοηθάς δυσάρεστους ανθρώπους, είναι όμως εκείνοι που το έχουν μεγαλύτερη ανάγκη. Και τέλος σκεφτόμουν τις χιλιάδες άλλες επιγραφές στους τοίχους της Ιταλίας, που τις ξεπλένουν οι βροχές και τις ξεθωριάζουν οι ήλιοι σαράντα ετών, που συχνά τις πετσοκόβει ο πόλεμος στην έκρηξη του οποίου είχαν συμβάλει, και που, παρ' όλ' αυτά, διαβάζονται ακόμη, χάρη στη διεστραμμένη επιμονή των χρωμάτων και των πτωμάτων, που μπορεί ν' αποσυντίθεται σε ελάχιστο διάστημα, τα υπολείμματά τους όμως παραμένουν, μακάβρια ες αεί. Επιγραφές τραγικά ειρωνικές, αλλά που ωστόσο εξακολουθούν να έχουν τη δύναμη, ίσως, να γεννήσουν πλάνες από την πλάνη τους, και ναυάγια από το ναυάγιό τους.

μτφ: Σάρα Μπενβενίστε
Λίλιθ
εκδ. ροδαμός, 1992


Ο επιζών

Ακόμα μια φορά βλέπει τα πρόσωπα των συντρόφων του
κατάχλωμα στο πρώτο αμυδρό φως,
Γκρίζα με σκόνη τσιμέντου,
θολά μεσ' στην αχλύ.
Με την ωχρότητα του θανάτου μέσα στον ταραγμένο ύπνο τους

Τη νύχτα, κάτω από το βαρύ φορτίο
των ονείρων τους οι γνάθοι τους κινούνται
σαν να μασούν μια ανύπαρκτη ρέβα.
"Κάντε πίσω, αφήστε με ήσυχο
Φύγετε. Δεν έχω κλέψει κανέναν.
Δεν έχω σφετεριστεί κανενός το ψωμί.
Κανείς δεν πέθανε στη θέση μου. Κανείς.
Ξαναγυρίστε στην καταχνιά σας.
Δεν είναι δικό μου φταίξιμο που ζω και αναπνέω,
που τρώω, πίνω, κοιμάμαι και ντύνομαι."

μτφ: Ιωάννα Μοάτσου-Στρατηγοπούλου

Δεν βρίσκω λύση στο δίλημμα. Ψάχνω αλλά δεν βρίσκω


Primo Michele Levi (1919-1987)
στις 11 Απριλίου, στο σπίτι του στο Τορίνο,
πέφτοντας από την ερκάνη της σκάλας,
του τρίτου ορόφου.




Ακόμα:
Ο Πρίμο Λέβι
- στα αυτοβιογραφικά, και
- στο γράμμα σε χαρτί.

από Κατερίνα Στρατηγοπούλου-Μ.. _Permalink ---> 30.12.08 1 comments

Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2008

18 ~ Aλέξης Τραϊανός: Κλείνουν οι δρόμοι ένας-ένας

Υιοθετήσαμε τις απεγνωσμένες
Χειρονομίες των πουλιών
Το ζεστό γλίστρημα των ψαριών

Κι όλ' αυτά για να μην πεθάνουμε
Τώρα που ο θάνατος
Έγινε μια υπόθεση τόσο εύκολη
Και λογική τόσο...

Ο χώρος όπου και να κοιτάξεις σου επιστρέφει τον πόνο του
Ζω κλεισμένος σ' ένα φιλί
Κανείς δεν είναι μέσα στο ρίγος της νύχτας
Τα κοιμισμένα όνειρα στις παλάμες μου
Γνώρισαν το σφυγμό ενός ήλιου που μάτωνε
Άλικες πέτρες και σύννεφα
Κι οι βουνοσειρές άλικες
Πώς να 'ναι ωραίες δίχως εσένα
Δίχως τα μάτια σου να 'ναι επάνω τους

Είναι μια μακρινή γιορτή χειλιών
Που τα έβαψε όλα

Άλικα βήματα κι η ζωή ξεγυμνώνοντας τη ζωή σου
Που άρχιζε και τέλειωνε
Μέσα στο κάθε πράγμα
Μέσα στο κάθε σήμερα
Μέσα στο κάθε που έζησα

Έτσι έζησα έτσι ζω έτσι θα ζήσω
Χνούδι από άνεμο
Ίσκιωμα φύλλου
Δάκρυ νερού
Άνθρωπος τελειώνοντας μέσα σου
Χνούδι ίσκιωμα δάκρυ

Φύλακας ερειπίων, Τα ποιήματα
Εκδ. Πλέθρον, 1991


Πιλάτοι

Δεν είμαι παρά απ' αυτό μόνο που έρχομαι
Κάθε μέρα υπάρχοντας σε κάτι το άλλο

Αυτό που δε θα γίνω ποτέ

Απ' αυτό είναι που είμαι φτιαγμένος
Απ' αυτό κι έναν τρόμο

Κι είναι
Σα να 'χεις ταχυδρομηθεί στο διάστημα
Ένα φτωχό ανόητο μήνυμα

Σκουριασμένος ύπνος
Με τον προβολέα των θέλω
Που διαλύει τα μέταλλα
Γαντζώνει την αγωνία στο μυαλό

Μια πληγή δίπλα σου να την αγγίζεις
Ανάμεσα στα χόρτα και τα τροχοφόρα
Στο αλκοολικό δωμάτιο
Και τα φτηνά βγαλμένα εσώρουχα
Και να παίρνεσαι
Από μαγικά χαμένα ονόματα
Μες σ' έναν ουρανό γεμάτο τζιν
Με τους αγγέλους του
Να μασουλάν αστέρια

Σύμπαν της κίτρινης σκονισμένης λάμπας
Τώρα που μου χορεύουν
Τώρα που μου φεύγουν
Ο κύριος Ίβνινγκ
Η Εσμεράλδα ο Κουασιμόδος

Τώρα π' ανοίγουν
Οι τελευταίες καταπακτές
Βγάζοντας νάνους
Κι ηλίθιους κι ουδέτερους

Καθένας τους κι ένας Πιλάτος

Όλοι τους μαχαίρια
Σαπούνια κι αποσμητικά
Ενώ εγώ περπατώ και θυμάμαι
Παρακολουθώ πάντα
Απ' το απέναντι πεζοδρόμιο
Τον εαυτό μου
Δεν κοιμάμαι

- Η λέξη, τ.4. Μάιος 1981 -

Παραδοχή εποχής

Εκείνο το καλοκαίρι
Δαγκάνοντας με τους φλοίσβους του
Τα χείλια της άμμου
Ήρθε
Συναυλία κοχυλιών
Χορός οστράκων
Στην πίστα της παλάμης σου
Ατέρμονη προσδοκία
Του μετώπου μου

Εκείνο το καλοκαίρι
Σταματημένη ηλικία
Ετοίμασε τη βαριά του σφραγίδα

- Εντευκτήριο, τ. 51. Ιούλ.2000 -

Παρουσία

Υπήρξα ίσως στο παρελθόν ίσως πάλι να μην υπήρξα
Να 'μαι το δημιούργημα μιας ιστορίας φανταστικής
Αφού τίποτα δεν ορίζω δεν ξέρω
Μόνον ορίζομαι περιορίζομαι απ' ομορφιά και θάνατο
Πέφτοντας απ' ομορφιά σ' άλλη ομορφιά
Από θάνατο σε θάνατο
Σηκώνοντας στα χέρια μου το κρανίο του κόσμου
Κύματα της πέτρας χρυσά κάτω απ' το χειμωνιάτικο ήλιο
Στο στόμα του χρόνου ως την άκρη της ματιάς
Και το ξεψύχισμα μιας εποχής αργό τεφρό
Στο πρόσωπό μου

Φύλακας ερειπίων, Τα ποιήματα
Εκδ. Πλέθρον, 1991


Μιλούσε όλο για μια γυναίκα...

Μιλούσε όλο για μια γυναίκα
Χαμένη μέσα σ' απέραντες πανεπιστημιακές αίθουσες
Με παγωμένους υαλοπίνακες
Για ένα όνομα που δεν ξανάκουσε πια
"Άλλωστε φίλε μου τι σημασία
Να 'χει ένα τόσο κοινό όνομα
Τι σημασία"

Μετά την πτώση και πριν την άλλη πτώση
Μετά τον ένα θάνατο και πριν τον άλλο
Όταν οι μέρες λυγίζουν μία μία
Χωνεύονται γίνονται μνήμη
Και ίσκιοι μες στη μνήμη
Ανοίγουν κύκλο γύρω τα παράθυρα
Τραβιούνται άξαφνα στις άκρες οι κουρτίνες
"Προσπάθησε να δεις
Προσπάθησε επί τέλους
Κοίταξε όρισε προσδιόρισε"

"Ζωή μας αυτό που ποτέ μας δε ζήσαμε
Αυτό το κενό - η ζωή μας"

- Εντευκτήριο, τ. 63. Δεκ. 2003 -

Ένιωθα το χρόνο να φεύγει
Πάνω απ' τα πράγματα
Ξαφνικά έτσι
Όπως στεγνώνει κάτι το υγρό
Ξαφνικά έτσι ο χρόνος έφευγε
Τα πράγματα μέναν γυμνά πανάρχαια
Στεγνά όρθια και αμίλητα

(Τα κοίταζα τα ένιωθα
Πάντοτε έτσι)

Φύλακας ερειπίων, Τα ποιήματα
Εκδ. Πλέθρον, 1991


"Φυσικά, δουλειά του ποιητή, του καλλιτέχνη, είναι να συμφιλιώνει το υποκείμενο με το αντικείμενο. Εδώ όμως βρίσκεται η δυσκολία και το αδιέξοδο, ύστερα απ' την έλευση και τη συνειδητοποίηση του μηδενός. Πώς να μιλήσεις για το μηδέν, τό κενό, το τίποτα; Οι λέξεις -το όργανο- του ποιητή έχουν φθαρεί ανεπανόρθωτα, όσο κανένα άλλο μέσον τέχνης, από άσχετες ιστορικές επιχώσεις εννοιών..."

Το γκάζι μιλά καλύτερα απ' την σιωπή ή τους ανθρώπους.
Μυρίζει όταν κανένας δεν έρχεται να μυρίσεις.
Τ' ανοίγεις εσύ ή οι άλλοι για σένα ή για τους άλλους
Ένα ουδέτερο ρύγχος ίσως απ' το ταβάνι.



Αλέξης Τραϊανός [Αλέξανδρος Ζαβατάρης] (1944-1980)
Στις 7 Μαΐου, στο Καπανδρίτι. Aπό ασφυξία που προκάλεσε διοχετεύοντας στο εσωτερικό του αυτοκινήτου του τα καυσαέρια από την εξάτμιση.


Image and video hosting by TinyPic

(η εικόνα από το τεύχος 4 της Λέξης)

Links:
Ο Αλέξης Τραϊανός στο translatum.gr,
στο Ελληνικό Σκακιστικό Ιστολόγιο, και
στο You Tube,

από Κατερίνα Στρατηγοπούλου-Μ.. _Permalink ---> 11.12.08 8 comments